Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

Σκεψεις



Ποσα σκεφτομαι, ποσα θελω να γραψω και τελικα δεν γραφω τιποτα!

Μπορει να καθομαι να κοιταω την οθονη για ωρα... και τιποτα να μην στεριωνει

στο μυαλο μου.

Λιγο τα προβληματα στην δουλεια, 9 ωρες σχεδον καθημερινα και απαιτηση για λιιιιιιιιγο ακομα... ενα ακομα 2ωρακι(αλλα χωρις επιπλεον ανοιβη) .... Αλλα πατησα ποδι.... ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ απλα ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ...

Εχω σπιτι, εχω τον καλο μου, και στο κατω κατω τις γραφης χρειαζομαι αυτες τις 2 ωρες που ζητηθηκαν για παραπανω τις θελω για μενα!!! ΛΥΠΑΜΑΙ...

Κατα τα αλλα ολα ηρεμα... Ετοιμαζομαστε για Πασχα. Παλι στο χωριο, παλι τα ιδια. Θα ηθελα τοσο πολυ να παρω τον καλο μου και να φυγουμε, να παμε καπου ενα διημερο, τα δυο μας, σαν πιτσουνακια. Αλλα μας λειπει η κινητηριος δυναμη. Το χρημα!

Ας ελπισουμε του χρονου να ειναι καλυτερα τα πραγματα, αν και στην ελλαδα ειναι παντα καθε χρονο και χειροτερα καθε περσι και καλυτερα, αλλα οσο ζουμε ελπιζουμε!






Δευτέρα 7 Μαρτίου 2011

Ενα Τελος Αλλιωτικο


Η ωρα πλησιαζε δωδεκα τα μεσανυχτα. Η ομορφη κοπελα με το ροζ παλ φορεμα ζητησε συγνωμη απο τον συνοδο της και πηγε να φτιαξει το μακιγιαζ της. Μολις η πορτα του μπανιου εκλεισε πισω της αρχισε να κλαιει.
-Νονα, καλη μου νονα! Περναω τοσο ομορφα, τοσο υπεροχα. Δωσε μου μια παραταση χρονου. Λιγακι ακομα
Το μπανιο φωτιστηκε με μια εκτυφλωτικη ασημενια λαμψη. Η κοπελα σηκωσε τα δακρυσμενα ματια της και κοιταξε παρακλητικα την νονα της.
-Σε παρακαλω. Ψιθυρισε.
Η νονα της, η καλη της νεραιδα, σκουπισε τα ματια της κοπελας και της χαμογελασε γλυκα.
-Θα εχεις ακομα δυο ωρες. Στις δυο ομως τα ξημερωματα, θα πρεπει να εχεις φυγει απο τον χορο.
Ευτυχισμενη η κοπελα αγκαλιασε την νονα της και εφυγε τρεχοντας να βρει τον συνοδο της.
Χορευε συνεχεια, ελαμπε απο χαρα στην αγκαλια του πριγκιπα της.
Και λιγο πριν το μεγαλο ρολόι χτυπησει δυο εφυγε τρεχοντας απο την σαλα του χορου! Πραγματι, μολις ακουστηκε και ο δευτερος χτυπος η μεγαλη ασπρη αμαξα εγινε παλι κολοκυθα, τα περιφανα αλογα ξαναεγιναν ποντικια και ετρεξαν τρομαγμενα να κρυφτουν στον κηπο. Η κοπελα κοιταξε πρωτα την κολοκυθα και μετα κοιταξε και τον εαυτο της. Το ομορφο φορεμα της ειχε δωσει την θεση του στα παλια φθαρμενα ρουχα της.




Λιγο παραπερα ο πριγκιπας της, την κοιτουσε με λατρεια. Την πλησιασε, την αγκαλιασε, και απομακρυνθηκαν πιασμενοι χερι-χερι απο το παλατι.